Σάββατο, 14 Δεκεμβρίου, 2024
Σάββατο, 14 Δεκεμβρίου, 2024
ΑρχικήΕνδιαφέρονταΈρευνα ΙΝΕ/ΓΣΕΕ: Νέα βουτιά στο πραγματικό εισόδημα των νοικοκυριών

Έρευνα ΙΝΕ/ΓΣΕΕ: Νέα βουτιά στο πραγματικό εισόδημα των νοικοκυριών

Ετήσια έρευνα του Ινστιτούτου Εργασίας της Γενικής Συνομοσπονδίας Εργατών Ελλάδας: 2021-2023: Ελληνική οικονομία & απασχόληση

Το 36% περίπου των νοικοκυριών στην Ελλάδα αντεπεξερχόταν με πολύ μεγάλη δυσκολία στις δαπάνες για την κάλυψη των βασικών του αναγκών την τριετία 2021-2023.

Το 2023, το ποσοστό των εργαζομένων με σύμβαση μερικής απασχόλησης που αντιμετώπισε κίνδυνο φτώχειας στην εργασία αυξήθηκε 3,5%, με σχεδόν 22 στους 100 εργαζόμενους να έχουν διαθέσιμο εισόδημα κάτω από το όριο της φτώχειας.

Στην ίδια συνθήκη βρέθηκαν 9 στους 100 απασχολούμενους με σύμβαση πλήρους απασχόλησης.

Τα παραπάνω προκύπτουν, μεταξύ άλλων, από την ετήσια έκθεση του 2024 για την ελληνική οικονομία και την απασχόληση του Ινστιτούτου Εργασίας της Γενικής Συνομοσπονδίας Εργατών Ελλάδας (ΙΝΕ/ΓΣΕΕ).

Ειδικότερα, όπως ανακοινώθηκε, τα βασικά συμπεράσματα είναι τα εξής:

Στην κατανάλωση στηρίχθηκε η μεγέθυνση της οικονομίας το 2023 και α ́ τρίμηνο 2024

  • Στην εξέλιξη αυτή συνέβαλαν περισσότερο τα υψηλότερα εισοδήματα από μη μισθωτή εργασία και σε μικρότερο βαθμό τα καταναλωτικά δάνεια.
  • Η αύξηση των μισθών και η συμβολή τους στο πραγματικό διαθέσιμο εισόδημα και, κατ’ επέκταση, στην κατανάλωση των νοικοκυριών, ήταν πενιχρή.

2023: Η Ελλάδα είχε τις χαμηλότερες επενδύσεις ως ποσοστό ΑΕΠ στην ΕΕ

  • Το παραπάνω παρά την υψηλή κερδοφορία και την αύξηση των επενδυτικών χορηγήσεων, εν μέρει λόγω της ρευστότητας του Ταμείου Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας (ΤΑΑ).
  • Ένα μεγάλο μέρος της επενδυτικής δραστηριότητας κατευθύνθηκε προς τις κατασκευές.
  • Παράλληλα, παραπάνω από τις μισές Άμεσες Ξένες Επενδύσεις (ΑΞΕ) κατευθύνθηκαν προς την αγορά κατοικίας και τον κλάδο της εστίασης και της παροχής καταλυμάτων.
  • Το έλλειμμα επενδύσεων σε κλάδους που προσφέρουν υψηλή προστιθέμενη αξία στο σύνολο της οικονομίας, όπως επενδύσεις σε Έρευνα και Ανάπτυξη (Ε&Α), εγκλωβίζει την οικονομία σε ένα πλαίσιο χαμηλής παραγωγικότητας, αδύναμης παραγωγικής διάρθρωσης και υψηλής εισαγωγικής εξάρτησης.
  • Ενδεικτικό είναι ότι, το 2023, το απόθεμα κεφαλαίου προϊόντων διανοητικής ιδιοκτησίας των μη χρηματοοικονομικών επιχειρήσεων στην Ελλάδα ως ποσοστό του ΑΕΠ ήταν το χαμηλότερο σε όλη την ΕΕ.

Η παραγωγική καινοτομία στην Ελλάδα υστερεί σημαντικά

  • Η υποχώρηση των τιμών ενέργειας σε διεθνές επίπεδο επέτρεψε την προσαρμογή του ισοζυγίου τρεχουσών συναλλαγών.
  • Ωστόσο, το 2023, η Ελλάδα παρουσίασε το τρίτο υψηλότερο έλλειμμα σε όλη την ΕΕ.
  • Σημαντικός παράγοντας αδυναμίας επίτευξης εξωτερικού πλεονάσματος είναι η αδύναμη παραγωγική διάρθρωση της οικονομίας και η μεγάλη εξάρτησή της από εισαγόμενα ενδιάμεσα προϊόντα.
  • Σε σχέση με την προ κρίσης χρέους περίοδο, η εξάρτηση αυτή έχει ενισχυθεί σημαντικά, υποδηλώνοντας την εξίσου σημαντική αποδυνάμωση του παραγωγικού συστήματος.

Το ωριαίο εισόδημα είχε τη χαμηλότερη αγοραστική δύναμη στην ΕΕ 

  • Το 2023, το ωριαίο εισόδημα, το οποίο δημιούργησε η ελληνική οικονομία, που αποτελεί και έναν δείκτη παραγωγικότητας, είχε τη χαμηλότερη αγοραστική δύναμη στην ΕΕ. Παράλληλα, το ίδιο έτος, η Ελλάδα είχε τις χαμηλότερες εξαγωγές προϊόντων υψηλής τεχνολογίας ως ποσοστό του συνόλου των εξαγωγών ανάμεσα στα κράτη-μέλη της ΕΕ.
  • Οι εξελίξεις όσον αφορά την κλαδική διάρθρωση των επενδύσεων, ειδικά μέσα από τις εκταμιεύσεις του ΤΑΑ, είναι ανεπαρκείς, για να αντιστρέψουν την προαναφερθείσα κατάσταση.

Το διαχρονικό έλλειμμα στο ισοζύγιο τρεχουσών συναλλαγών

  • H προσαρμογή του δημοσιονομικού ισοζυγίου και το διαχρονικό έλλειμμα στο ισοζύγιο τρεχουσών συναλλαγών επιβαρύνουν το χρηματοοικονομικό ισοζύγιο του ιδιωτικού τομέα.
  • Η κατάσταση αυτή καθίσταται μη βιώσιμη στον βαθμό που η οικονομική δραστηριότητα εξακολουθεί να βασίζεται στο έλλειμμα των νοικοκυριών και όχι σε παραγωγικές επενδύσεις των επιχειρήσεων.

Αυξήθηκαν οι πρωτογενείς δαπάνες του δημόσιου τομέα

  • Ενδεικτικό της αποσταθεροποιητικής δημοσιονομικής επίπτωσης της πανδημικής κρίσης είναι ότι συνολικά, την περίοδο 2019-2023, οι πρωτογενείς δαπάνες του δημόσιου τομέα αυξήθηκαν περίπου κατά 21 δισ. ευρώ.
  • Επίσης, η Ελλάδα, ενώ εμφανίζει με διαφορά το υψηλότερο ποσοστό δημόσιου χρέους στην ΕΕ, κατέγραψε και τις υψηλότερες δαπάνες για την αντιμετώπιση της ενεργειακής κρίσης μεταξύ των κρατών-μελών της.
  • Ενδεικτικά, μόνο το 2022, το δημοσιονομικό κόστος των εν λόγω παρεμβάσεων υπερέβαινε αρκετά τις δαπάνες της Γενικής Κυβέρνησης για ακαθάριστο σχηματισμό παγίου κεφαλαίου, καθώς και το αντίστοιχο ύψος ορισμένων βασικών κατηγοριών κοινωνικής δαπάνης (π.χ. «ανεργία» και «οικογένεια και παιδιά»).

Κυριότερη πηγή εισροής ρευστότητας της Κυβέρνησης οι έμμεσοι φόροi

  • Η Ελλάδα κατέγραψε το 2023 υψηλότερο επίπεδο δημοσίων εσόδων συγκριτικά με τον μέσο όρο της Ευρωζώνης
  • Κυριότερη πηγή εισροής ρευστότητας της Γενικής Κυβέρνησης ήταν για ένα ακόμα έτος οι εισπράξεις από έμμεσους φόρους, με το ύψος τους να ανέρχεται στο 17,4% του ΑΕΠ έναντι 12,5% στην Ευρωζώνη. Αντίθετα, σημαντική υστέρηση καταγράφει η Ελλάδα όσον αφορά τις εισπράξεις από άμεσους φόρους, το ύψος των οποίων το 2023 ανήλθε στο 10,6% του ΑΕΠ έναντι 13,4% του ΑΕΠ στην Ευρωζώνη.

Το δημόσιο χρέος

  • Η ενίσχυση της οικονομικής δραστηριότητας σε συνδυασμό με τη διατήρηση του πληθωρισμού σε σχετικά υψηλά επίπεδα και την αύξηση του πρωτογενούς πλεονάσματος της Γενικής Κυβέρνησης συνέβαλαν στη σημαντική αποκλιμάκωση του δημόσιου χρέους ως ποσοστού του ΑΕΠ από 172,7%, που ήταν το 2022, στο 161,9% το 2023.
  • Παρά την πρόβλεψη για περαιτέρω μείωση του ποσοστού του χρέους και βελτίωση του πρωτογενούς πλεονάσματος του Δημοσίου την περίοδο 2024-2025, ο βαθμός δημοσιονομικής φερεγγυότητας της οικονομίας παραμένει εύθραυστος και επιρρεπής σε μια σειρά από εξωγενείς και ενδογενείς παράγοντες.
  • Σε αυτούς τους παράγοντες συγκαταλέγονται το υψηλό γεωπολιτικό ρίσκο της χώρας, η εξέλιξη της αγοραστικής δύναμης των νοικοκυριών, ο βαθμός παραγωγικής-αναπτυξιακής αξιοποίησης των πόρων του ΤΑΑ, οι ευρύτερες νομισματικές και δημοσιονομικές εξελίξεις σε επίπεδο ΕΕ, οι ραγδαίες μεταβολές στο τεχνο-οικονομικό υπόδειγμα της διεθνούς οικονομίας, τις οποίες προκαλούν, μεταξύ άλλων, η πράσινη μετάβαση και η ψηφιοποίηση.

Η κατάσταση της αγοράς εργασίας το 2023

  • Οι επιδόσεις της χώρας μας σε μια σειρά από βασικούς δείκτες που προσδιορίζουν τον βαθμό και τις προοπτικές ένταξης στην αγορά εργασίας, την ποιότητα της απασχόλησης, τις αμοιβές, την προστασία και τη θεσμική ενδυνάμωση των εργαζομένων, συνεχίζουν να αποκλίνουν σημαντικά από τις αντίστοιχες στα περισσότερα κράτη-μέλη της ΕΕ.
  • Το 2023, το ποσοστό απασχόλησης στην Ελλάδα, αν και αυξημένο έναντι του 2022, διαμορφώθηκε στο 61,8%, επίδοση που κατατάσσει τη χώρα μας στην προτελευταία θέση μεταξύ των κρατών-μελών.
  • Το ποσοστό αυτό είναι 8,6 ποσοστιαίες μονάδες χαμηλότερο από τον μέσο όρο της ΕΕ και άνω των 10 ποσοστιαίων μονάδων χαμηλότερο από το αντίστοιχο άλλων οικονομιών της περιφέρειας της ΕΕ και της Ανατολικής Ευρώπης.
  • Προβληματισμό δημιουργούν και οι επιδόσεις της χώρας σε μια σειρά από δείκτες που προσδιορίζουν το επίπεδο της ποιότητας της απασχόλησης στη χώρα μας.
  • Σύμφωνα με σχετική έρευνα του Eurofound, το 2021, οι εργαζόμενοι στη χώρα μας δήλωναν σε ποσοστό 64,3% ότι δούλευαν πάντα ή συχνά, υπό συνθήκες πολύ υψηλών ρυθμών εργασίας και σε ποσοστό 56,2% ότι είχαν πάντα ή συχνά σφιχτές προθεσμίες όσον αφορά στον χρόνο διεκπεραίωσης των εργασιών τους.

Υψηλός δείκτης αβεβαιότητας των εργαζομένων

  • 24,7% των εργαζομένων στην Ελλάδα δήλωνε ότι αφιέρωνε καθημερινά ή αρκετές ώρες την εβδομάδα μέρος του ελεύθερου χρόνου του, προκειμένου να καταφέρει να καλύψει διάφορες εργασιακές του υποχρεώσεις.
  • Αξιοσημείωτο είναι ότι, στην Ελλάδα, καταγράφεται και ένας υψηλός δείκτης αβεβαιότητας των εργαζομένων σχετικά με την εξέλιξη του εισοδήματός τους, με το 30,3% εξ αυτών να δηλώνει το 2021 ότι αδυνατεί να προβλέψει το ύψος των αποδοχών του στους επόμενους τρεις μήνες. Το ποσοστό αυτό είναι σχεδόν τρεις φορές υψηλότερο από τον μέσο όρο της ΕΕ.
  • Η απόκλιση της παραγωγικότητας από τον πραγματικό μισθό την περίοδο 2019-2023 έχει οδηγήσει σε συστηματική αναδιανομή εισοδήματος σε βάρος της εργασίας.
  • Η μεγαλύτερη απόκλιση παραγωγικότητας-πραγματικού μέσου μισθού εντοπίζεται στον κλάδο των χρηματοοικονομικών και ασφαλιστικών δραστηριοτήτων (24,6%), στη μεταποίηση (22,7%), στις κατασκευές (22%) και στη βιομηχανία (15,1%).
  • Συνολικά, την περίοδο 2019-2023, η Ελλάδα καταγράφει τη μεγαλύτερη ποσοστιαία μείωση του πραγματικού εισοδήματος από εργασία (-8,3%) σε σχέση με όλες τις χώρες της ΕΕ-27. Επομένως, η Ελλάδα όχι απλώς δεν συγκλίνει με την ΕΕ-27 σε όρους κοινωνικής βιωσιμότητας, αλλά αποκλίνει ταχύτατα και από τις βόρειες ευρωπαϊκές χώρες και από τις περιφερειακές χώρες, που αναπτύχθηκαν την ίδια περίοδο ραγδαία.

Σε Κίνδυνο φτώχειας…

– Τα ευρήματα πολλών από τους δείκτες κοινωνικής βιωσιμότητας στην Ελλάδα δείχνουν μια επιδείνωση των κοινωνικών συνθηκών, μετά το 2020, ως αποτέλεσμα της επίδρασης της πανδημικής κρίσης, της κρίσης κόστους ζωής, αλλά και της αναποτελεσματικότητας της ασκούμενης οικονομικής και κοινωνικής πολιτικής.

21,8% των ανηλίκων και το 18,3% των ενηλίκων βρίσκονταν το 2023 σε κίνδυνο φτώχειας.

27,5% των ατόμων με επίπεδο εκπαίδευσης 0-2, 18,5% των ατόμων με επίπεδο εκπαίδευσης 3-4 και το 7,6% με επίπεδο εκπαίδευσης 5-8 βρίσκονταν σε κίνδυνο φτώχειας.

23% των απασχολούμενων με επίπεδο εκπαίδευσης 0-2 ζούσαν με εισόδημα κάτω από το όριο της φτώχειας

3,5% για απασχολουμένους με επίπεδο εκπαίδευσης 5-8.

86,9% των ανήλικων ζούσαν σε νοικοκυριά πολύ χαμηλής έντασης εργασίας το 2023

61,7% των ενήλικων ατόμων ζούσαν σε νοικοκυριά πολύ χαμηλής έντασης εργασίας.

24,1% των ατόμων που ζούσαν στις πόλεις βρέθηκε σε κίνδυνο φτώχειας ή σε κοινωνικό αποκλεισμό

30,4% όσων ζούσαν στις αγροτικές περιοχές.

14,7% των νέων, ηλικίας 18-24 ετών ήταν σε σοβαρή υλική και κοινωνική στέρηση.

13% των ατόμων, ηλικίας άνω των 55 ετών

12,9% των ανδρών και το 14,1% των γυναικών

Μεταποίηση, καινοτομία & ψηφιακός μετασχηματισμός

  • Η επέκταση της μεταποίησης έχει οδηγήσει στην αναβάθμιση της συνεισφοράς της στην οικονομική μεγέθυνση, αν και ακόμα υστερεί συγκριτικά με την ΕΕ και την Ευρωζώνη.
  • Η αδύναμη συμβολή των μεταποιητικών κλάδων μέσης προς υψηλή τεχνολογία τόσο ως προς τη διάσταση του παραγόμενου προϊόντος όσο και της απασχόλησης επιφέρει την έλλειψη συνοχής της τεχνολογικής διάρθρωσης του τομέα, η οποία μπορεί να υπονομεύσει τη δυναμική που εμφανίζουν οι κλάδοι υψηλής τεχνολογίας.
  • Η καθυστέρηση του ψηφιακού μετασχηματισμού της Ελλάδας αναδεικνύεται και από την τεχνολογική διάρθρωση του τριτογενούς τομέα, καθώς ο κλάδος των υπηρεσιών υψηλής τεχνολογίας έντασης γνώσης παρέμεινε ουσιαστικά αμετάβλητος στη διάρκεια του χρόνου, με την όποια ανάκαμψη να σημειώνεται την περίοδο της πανδημίας.
  • Η τεχνολογική επιβράδυνση της ελληνικής οικονομίας την τελευταία δεκαετία ανάγεται σε καθοριστικό παράγοντα για την απασχόληση σε επαγγέλματα υψηλών δεξιοτήτων, καθώς η απόκλιση συγκριτικά με την ΕΕ αυξήθηκε από 6,4% το 2013 σε 11,4% το 2023.
  • Η Ελλάδα βρίσκεται αρκετά χαμηλά στην κατάταξη μεταξύ των 27 κρατών-μελών της ΕΕ ως προς την καινοτόμα δράση, αφού το 2023 βρέθηκε στην 21η θέση.

# ΝΕΑ

  • Κάνε like στη σελίδα  neaait.gr στο Facebook για να είσαι ενημερωμένος για ΟΛΑ!
RELATED ARTICLES

ΡΟΗ ΕΙΔΗΣΕΩΝ